atravesar
Ὦ τύμβος, ὦ νυμφεῖον, ὦ κατασκαφής οἴκησις αἰείφρουρος, οἷ πορεύομαι πρὸς τοὺς ἐμαυτῆς -> Tomb, bridal chamber, eternal prison in the caverned rock, whither I go to find mine own.
Sophocles, Antigone, 883Spanish > Greek
atravesar = διαβαίνω, ἀποπεράω, ἐκπεραιόω, εἰσαμείβω, διαιρέω, ἐκπερονάω, διαστείβω, ἀποτρυπάω, διεκβάλλω, διϊσχάνω, ἀποκεντέω, διοδεύω, διέρχομαι, διαπράσσω, διεξαμείβω, διαπερονάω, διαπερονίζω, διαπεράω, διαθρῴσκω, ἐνδιαπερονάω, ἀμείβω, διαμείβω, διανύσσω, διελαύνω, διακόπτω, διεξελαύνω, διεκπλέω, διαλλάσσω, διασπάω, ἐμβάλλω, ἀναπείρω, ἐνδιοδεύω, διήκω, διανίσσομαι, διαπορεύω, διΐημι, δισκαφέω, ἐξαμείβω, δίειμι, διαΐσσω, διαίρω, διέπω, διαμετρέω, διαπλέω, διεκτρέχω, διεκπίπτω, διασεύομαι, ἐκτιτράω, διατρέχω, διαστείχω, διαπλώω, διϊππεύω, διεκπεράω, διέξειμι, ἀνέρχομαι, διηλόω, διατορέω, διαστρέφω, διαπορθμεύω, ἐκπεράω, διοδοιπορέω, διαπέτομαι
* Look up in: Google | Wiktionary | Wikcionario
(Translation based on the reversal of DGE)